ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΟΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ-του Δρ. Νικόλαου Λάου

2107

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΝΟΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Δρ. Νικόλαος Λάος

Φιλόσοφος – Σύμβουλος Νοοπολιτικής

www.nicolaslaos.com

 

 

Από τα Δεδομένα στη Σοφία

Όταν διάφορα δεδομένα (data) συγχωνεύονται μεταξύ τους και συγκροτούν μία ολότητα, μετατρέπονται σε πληροφορία (information). Όταν η πληροφορία εντάσσεται μέσα σε ένα πλαίσιο εννοιολόγησης, ανάλυσης, κατανόησης και διαύγασης, μετατρέπεται σε γνώση. Όταν η γνώση αξιολογείται με έναν καθολικό και ενιαίο τρόπο ως προς την πραγματικότητα και την αλήθεια, μετατρέπεται σε σοφία.

Στο βιβλίο μου με τίτλο Νοοπολιτική: Φιλοσοφία της Ιστορίας, Παγκόσμια Τάξη και Διαπολιτισμικές Σχέσεις (Εκδόσεις Δίαυλος, 2018), αρθρώνω μια ολοκληρωμένη θεωρία της νοοπολιτικής, και, διαμορφώνοντας μία φιλοσοφική θεώρηση του ζητήματος της παγκόσμιας τάξης, ισχυρίζομαι, μεταξύ άλλων, τα εξής: Πρώτον, δεν αρκεί η μελέτη των σχέσεων μεταξύ οργανισμών (κρατών, υπερεθνικών οργανισμών, διεθνών οργανισμών), αλλά απαιτείται και η μελέτη των σχέσεων μεταξύ πολιτιστικών συστημάτων και οντοτήτων, διότι η πνευματική υπόσταση αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνικο-πολιτικής οργάνωσης. Δεύτερον, δεν αρκεί η μελέτη της εννοίας και των μεθόδων της προσαρμοστικής δράσης, δηλαδή, δεν πρέπει να μελετάμε μόνο το πώς η συνείδηση προσαρμόζεται στο περιβάλλον της, αλλά απαιτείται και η μελέτη των αξιών και της ηθικής συνείδησης, δηλαδή, του τρόπου με τον οποίο η συνείδηση της ύπαρξης λειτουργεί ως κριτής και ωθεί στην αλλαγή. Τρίτον, δεν αρκεί η μελέτη του διεθνούς συστήματος οργάνωσης καθ’ εαυτό, σαν να επρόκειτο για ένα φυσικό σύστημα, αλλά απαιτείται και η μελέτη των διεθνών θεσμών και της ιστορίας τους, αφού τα ανθρώπινα συστήματα δεν είναι φυσικά δεδομένα, αλλά δημιουργήματα της ανθρωπίνης συνείδησης. Τέταρτον, δεν αρκεί η συγκριτική μελέτη διεθνών δομών, αλλά απαιτείται και η μελέτη των διαδικασιών λήψης αποφάσεων των ιδίων των δρώντων του διεθνούς συστήματος. Πέμπτον, δεν αρκεί η μελέτη ροών διεθνών επικοινωνιών, αλλά πρέπει επίσης να μελετώνται το αναλυτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα η επικοινωνία καθώς και τα συνειδησιακά περιεχόμενα των επικοινωνούντων μελών του διεθνούς συστήματος. Επί πλέον, για να έχει σημασία και πραγματική αξία, η μελέτη της παγκόσμιας τάξης, πρέπει να βασίζεται στη διαύγαση των όρων ‘κόσμος,’ ‘αλήθεια,’ ‘λόγος’ και ‘μύθος,’ διότι αυτές οι έννοιες προσδιορίζουν την πορεία του ανθρώπου στην ιστορία.

Γενικώς, κάθε αυθεντική δημιουργία συνεπάγεται την ύπαρξη ουσιαστικών κριτηρίων, δηλαδή, κριτηρίων για το τι σημαίνει πραγματικός πολιτικός, πραγματικός καλλιτέχνης, πραγματικός φιλόσοφος κ.ο.κ. Στο βιβλίο μου Νοοπολιτική, βασισμένος στη μεταφυσική του Πλάτωνα και των μεσαιωνικών Ελλήνων ησυχαστών, παρέχω τέτοια ακριβώς ουσιαστικά κριτήρια, και το πράττω αυτό με την επίγνωση ότι εργάζομαι σε μία εποχή που στερείται τέτοιων κριτηρίων, και, γι’ αυτόν, τον λόγο, σήμερα, ακόμη και οι βασικότεροι θεσμοί του αστικού κράτους, πολιτικοί, θρησκευτικοί, πολιτιστικοί-εκπαιδευτικοί και οικονομικοί, βρίσκονται σε βαθιά κρίση και σε μία κατάσταση την οποία ο φιλόσοφος και ψυχαναλυτής Κορνήλιος Καστοριάδης είχε χαρακτηρίσει ως πνευματική “ασημαντότητα.”Εξ ου και το βιβλίο μου Νοοπολιτική μπορεί να θεωρηθεί και ως μία προσπάθεια παλινόρθωσης του ‘σημαντικού’ στη θέση του ‘ασημάντου.’

Το πνευματικό υπόβαθρο της ερευνητικής εργασίας μου συνίσταται στην κλασσική ελληνική φιλοσοφία (ιδιαιτέρως στη φιλοσοφία του Πλάτωνα) και στη θεολογία των μεσαιωνικών Ελλήνων Εκκλησιαστικών Πατέρων (ιδιαιτέρως των ησυχαστών). Ωστόσο, πρέπει να κάνω μία σημαντική διευκρίνιση. Δεν βασίζομαι στα προαναφερθέντα φιλοσοφικά και θεολογικά έργα υπό τη ρομαντική έννοια της ‘κληρονομιάς,’ αφού σκοπός μου δεν είναι ούτε η διατύπωση μίας τοπικής υπαρξιακής πρότασης ούτε μίας επί μέρους εθνικής ιδεολογίας, αλλά σκοπός μου είναι η διατύπωση μίας καθολικής υπαρξιακής πρότασης για την ανθρωπότητα και ενός οντολογικώς θεμελιωμένου οράματος παγκόσμιας τάξης. Γι’ αυτόν τον λόγο, ερμηνεύω τον Πλατωνισμό και τον ησυχασμό με έναν τρόπο που οδηγεί σε μία φιλοσοφική ανθρωπολογία και σε μία φιλοσοφία της ιστορίας οι οποίες, με τη σειρά τους, οδηγούν σε ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό όραμα για τον κόσμο.

Οι επικρατούσες στάσεις απέναντι στην ιδρυμένη παγκοσμιοποίηση και οι επικρατούσες μελέτες της ιδρυμένης παγκοσμιοποίησης―είτε υπερασπίζονται την ιδρυμένη παγκοσμιοποίηση είτε την επικρίνουν―λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο του προπαγανδιστικού παραδείγματος και της σοφιστικής ηθικής, και, γι’ αυτόν τον λόγο, δεν υπεισέρχονται σε μία σοβαρή φιλοσοφική συζήτηση ούτε για την ουσία όρων όπως ‘κόσμος,’ ‘καθολικότητα,’ ‘λόγος,’ ‘αλήθεια’ κ.ο.κ., ούτε για τον σκοπό, την τελικήσημασία και τις θεμελιώδεις αξίες της παγκοσμιοποίησης, ούτε για την ιστορία και το ήθος των παγκοσμιοποιητικών και των εθνικών θεσμών. Με το βιβλίο μου Νοοπολιτική, επιδιώκω να διορθώσω αυτό το λάθος και να αναδείξω μία φιλοσοφική θεώρηση του ζητήματος της παγκόσμιας τάξης.

Ορισμένες Συμβουλές για τους Αναλυτές Πληροφοριών

Πρώτα από όλα, ο αναλυτής πρέπει να θέτει, ή να λαμβάνει, τις σωστές ερωτήσεις, ώστε να ασχολείται με σημαντικά προβλήματα και, μάλιστα, με την ουσία των σημαντικών προβλημάτων.

Δεύτερον, ο αναλυτής πρέπει να εξευρίσκει και να καταγράφει όλες τις δυνατές υποθέσεις που πρέπει να εξεταστούν και να μη σπεύδει να απορρίψει αμέσως μία εύλογη υπόθεση επειδή του φαίνεται λίγο πιθανή. Για παράδειγμα, ένας δρων μπορεί να κρύβει τις προθέσεις του μέσω επιχειρήσεων άρνησης και εξαπάτησης, και, άρα, σε αυτήν την περίπτωση, δεν μπορούμε να προσδοκούμε ότι θα είναι εύκολο να εξακριβώσουμε τις πραγματικές προθέσεις του χωρίς να ολοκληρώσουμε μία πολύ προσεκτική ανάλυση όλων των υποθέσεων, ώστε να καταλήξουμε στη σωστή.

Τρίτον, η συλλογή των πληροφοριών πρέπει να γίνεται με τρόπο προσεκτικό και αμερόληπτοκαι από διαφορετικές πηγές. Επίσης, πρέπει να συλλέγονται πληροφορίες για να αξιολογηθούν όλες οι εύλογες υποθέσεις και όχι μόνο εκείνη η υπόθεση που φαίνεται πιθανότερη. Ο αναλυτής πρέπει να είναι πρόθυμος να παίξει με πληροφοριακό υλικό που προέρχεται από διαφορετικές γωνίες και στο πλαίσιο τόσο των περισσότερο όσο και των λιγότερο δημοφιλών υποθέσεων.

Τέταρτον, ο αναλυτής δεν πρέπει να πλανηθεί από το γεγονός ότι πολλά αποδεικτικά στοιχεία επιρρωνύουν μία προϊδέασή του για το ποία είναι η πιθανότερη υπόθεση. Το ίδιο αποδεικτικό υλικό μπορεί να είναι συμβατό με διαφορετικές υποθέσεις. Συνεπώς, ο αναλυτής πρέπει να εστιάσει την προσοχή του στο να διαμορφώσει επιχειρήματα εναντίον κάθε μίας υπόθεσης, αντί να προσπαθεί να επιβεβαιώσει ορισμένες υποθέσεις. Με άλλα λόγια, πρέπει να προσέξει εκείνα τα αποδεικτικά στοιχεία και εκείνες τις ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι μία υπόθεση είναι λιγότερο πιθανή από ό,τι μία άλλη. Επίσης, στο πλαίσιο αυτής της προσπαθείας του, ο αναλυτής πρέπει να προσέχει ώστε οι προϊδεάσεις του, οι επιθυμίες του και οι δεσμεύσεις του να μη προσδιορίζουν τον τρόπο που ερμηνεύει τα γεγονότα. Γενικώς, ο αναλυτής πρέπει ενσυνειδήτως να αποφεύγει τις διάφορες γνωσιακές προκαταλήψεις. Ιδιαιτέρως επικίνδυνες είναι εκείνες οι προκαταλήψεις που απορρέουν από την έλλειψη επαρκούς κατανόησης του τρόπου με τον οποίο ερμηνεύει μία κατάσταση και αποφασίζει η άλλη πλευρά. Εξ ου και απαιτείται πάντοτε μία προσεκτική ανάλυση προσωπικοτήτων, πολιτιστικών συστημάτων (συγκεκριμένα, θεσμών και αξιών) και χαρακτήρων.

Πέμπτον, ο αναλυτής πρέπει να αναλύει μεθοδικώς και συστηματικώς τα περιεχόμενα διαφορετικών συνειδήσεων και να προσέχει να μη διαπράττει το λάθος του αντικατοπτρισμού (δηλαδή, να μη νομίζει ότι οι άλλοι σκέπτονται, αισθάνονται και δρουν με τους ιδίους τρόπους με τους οποίους σκέπτεται, δρα και αισθάνεται ο ίδιος). Εξ ου και έχει ιδιαίτερη σημασία ο αναλυτής να μελετά την πολιτική κοινωνικοποίηση, την πολιτική επικοινωνία και τους πολιτικούς ρόλους σε διαφορετικές χώρες, ώστε να ανιχνεύει και να εξηγεί τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ διαφορετικών διαδικασιών πολιτικής κοινωνικοποίησης, πολιτικής επικοινωνίας και ηγετικών και ‘ελιτικών’ ρόλων που εκτυλίσσονται σε αυτές τις χώρες.

Έκτον, ο αναλυτής πρέπει να διακατέχεται από μεθοδολογική και επιστημολογική ευαισθησία και να βρίσκεται σε διανοητική εγρήγορση όταν αναλύει, ώστε, κατ’ αρχήν, να σκέπτεται ότι σκέπτεται και, κατ’ επέκταση, να σκέπτεται περί του τρόπου με τον οποίο σκέπτεται, κρίνει και αποφασίζει.

Νοοπολιτική και Δημοσιογραφία

Η αύξηση της παγκοσμιοποίησης, ιδιαιτέρως από τη δεκαετία του 1970 και μετά, προκάλεσε μία σημαντική αύξηση της πολυπλοκότητας στις παγκόσμιες ανταλλαγές πληροφοριών και συναρτάται με μία παγκόσμια πολιτική ενεργοποίηση των ανθρώπων και, κατ’ επέκταση, με μία μεταβολή των συνειδήσεων σε παγκόσμια κλίμακα. Εξ αιτίας αυτών των ιστορικών εξελίξεων, η δημοσιογραφία―η οποία αρχετυπικώς συνίσταται στην αφήγηση αληθειών και ιστοριών―αντιμετώπισε διάφορες ιστορικές προκλήσεις, υπαρξιακές κρίσεις και κρίσεις ταυτότητας.

Η σύγχρονη δημοσιογραφία διαιρείται στις ακόλουθες τέσσερεις κατηγορίες ως προς την ποιότητά της και το ήθος της:

  • Εργολαβική Πληροφοριακή Διαμεσολάβηση: αυτού του είδους η δημοσιογραφία δεν είναι επικεντρωμένη ούτε στην ανακάλυψη της αληθείας ούτε στην επιστημονικώς ορθή ανάλυση, αλλά επιδιώκει πρωτίστως να υποστηρίξει την ατζέντα εκείνων των μελών του κοινωνικού κατεστημένου με τα οποία συνδέεται με ένα είδος εργολαβικής σχέσης και στα οποία είναι εκμισθωμένη.Οι δημοσιογράφοι που εργάζονται με αυτόν τον τρόπο έχουν κουλτούρα Δυτικοευρωπαίου τεχνοκράτη, ο οποίος αναλαμβάνει αποστολές να τεκμηριώνει και να προωθεί με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο τις θέσεις και τις προειλημμένες αποφάσεις αυτών που έχουν μισθώσει τις υπηρεσίες του.

Για παράδειγμα, τη δεκαετία του 2010―ιδιαιτέρως με αφορμή την κρίση στην Ουκρανία (2013–14) και τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016―εξερράγη ένας κλιμακούμενος πληροφοριακός πόλεμος μεταξύ παραγόντων του βρετανο-αμερικανικού κατεστημένου και της ρωσικής κυβέρνησης, και σε αυτόν χρησιμοποιήθηκαν εκατέρωθεν διάφοροι δημοσιογράφοι και δημοσιολόγοι που ανήκουν στην κατηγορία που ονόμασα εργολαβική πληροφοριακή διαμεσολάβηση. Ωστόσο, επειδή αρκετοί από αυτού του είδους τους δημοσιογράφους εργάζονταν για ειδησεογραφικά δίκτυα υψηλού κύρους, όπως, λ.χ., τα αμερικανικά ειδησεογραφικά δίκτυα MSNBC και CNN, το βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο BBC και τα ρωσικά ειδησεογραφικά δίκτυα RT και Russia-1, άσκησαν την εργολαβική πληροφοριακή διαμεσολάβηση που είχαν αναλάβει, όχι μόνο μέσω επιχειρήσεων πληροφοριακής παραπλάνησης, “ψευδών ειδήσεων” (“fakenews”) και κακοβούλων σχολίων, αλλά και με τη διατύπωση αληθών πληροφοριών στο πλαίσιο της πολιτικής της ‘μισής αληθείας,’ έτσι ώστε, εάν κάποιος προσεκτικός και επιμελής αναλυτής πληροφοριών συνέλεγε, ‘φιλτράριζε’ και συνέθετε πληροφορίες από όλες τις προαναφερθείσες πλευρές, θα διαπίστωνε ότι, στο πλαίσιο του προαναφερθέντος πληροφοριακού πολέμου, η μία πλευρά αποκάλυπτε σημαντικά σκοτεινά μυστικά και αδυναμίες της άλλης καθώς και σημαντικά σκοτεινά μυστικά και αδυναμίες διαφόρων πολιτικών προσώπων. Επίσης, διαπιστώνεται εύκολα ότι χιλιάδες άνθρωποι που τυπικώς δραστηριοποιούνται ως δημοσιογράφοι και αναλυτές αποτελούν πράκτορες εργολαβικής πληροφοριακής διαμεσολάβησης εκμισθωμένους από κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών, υπουργεία Εξωτερικών και πρεσβείες, το ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και διάφορες δεξαμενές σκέψης, που ουσιαστικώς είναι ‘οργανισμοί-βιτρίνα’ των προαναφερθέντων θεσμών.

  • Παρεμβατική Κριτική Πληροφόρηση: σε αυτήν την περίπτωση, οι δημοσιογράφοι επιχειρούν να επηρεάσουν ενεργώς την κοινωνικο-πολιτική ατζέντα, να εμπνεύσουν το ακροατήριό τους και να επιφέρουν σημαντικές κοινωνικές αλλαγές συμφώνως με τις δικές τους απόψεις και ιδεολογικές θέσεις. Αυτού του είδους οι δημοσιογράφοι έχουν ψυχολογία ‘ακτιβιστή,’ ή ακόμη και ιδεολογικού ‘πολεμάρχου’ (εξ ου και πολλές φορές δημοσιεύουν σκοπίμως μονόπλευρες αναλύσεις), ασκούν σημαντική και συχνά ακριβή κριτική σε κάποιες άρχουσες ελίτ, και, σε περίπτωση κατά την οποία επιτύχουν να πείσουν ένα σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης, αντιμετωπίζουν το δίλημμα του πώς να αποφύγουν την αφομοίωσή τους από το κοινωνικό κατεστημένο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του είδους της δημοσιογραφίας μπορούμε να βρούμε στην καναδική ενημερωτική ιστοσελίδα Global Research,στο διεθνές ενημερωτικό δίκτυο The International Consortium of Investigative Journalists (ICIJ) και στην αμερικανική ενημερωτική ιστοσελίδα DemocracyNow!
  • Διάδοση Λαϊκιστικών Αντιλήψεων: σε αυτήν την περίπτωση, οι δημοσιογράφοι ταυτίζονται συναισθηματικώς με το κοινό στο οποίο απευθύνονται, το κολακεύουν και πιστεύουν ότι δεν αποτελεί πρωταρχικό καθήκον τους να πείσουν ένα ακροατήριο για την αλήθεια, αλλά επιδιώκουν κυρίως να προωθήσουν συγκεκριμένα ‘πακέτα’ πληροφοριών στο κοινό τους (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποστηρίζουν καθαρά ψεύδη). Συχνά, οι λαϊκιστές δημοσιογράφοι δεν πιστεύουν καν ότι υπάρχει ‘πραγματική αλήθεια’ και, συνήθως στο πλαίσιο μίας εθνικιστικής ρητορικής, καλλιεργούν την άποψη ότι αλήθεια είναι αυτό που πιστεύει το προνομιακό κοινό τους, το οποίο, βεβαίως, κολακεύοντάς το και παραπλανώντας το, μπορούν να το χειραγωγούν σε πολύ μεγάλη έκταση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιου είδους δημοσιογραφίας μπορούμε να βρούμε στις αμερικανικές ενημερωτικές ιστοσελίδες Infowars και PrisonPlanet, στο αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο FOXNews (όπου ο λαϊκισμός συναρτάται κυρίως με τις πεποιθήσεις και τις πλάνες διαφόρων αμερικανικών Ευαγγελικών κοινοτήτων και με το αμερικανικό κίνημα των Νεοσυντηρητικών) και στο ρωσικό τηλεοπτικό κανάλι TsargradTV.
  • Απαθής Εποπτεία του Πληροφοριακού Πεδίου: οι δημοσιογράφοι που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία είναι επικεντρωμένοι και δίδουν σαφώς προτεραιότητα στη διαύγαση της πραγματικής αληθείας. Εξ ου και εργάζονται με αμερόληπτο τρόπο και με νοητική καθαρότητα. Ο Πλάτων, στον Φαίδρο, αποφαίνεται ότι η “εποπτεία” αποτελεί μία “μακαριοτάτη” νοητική κατάσταση στην οποία επιτυγχάνεται η απόλυτη θέαση πραγμάτων που ενορατικώς γίνονται αντιληπτά ως απόλυτες αλήθειες και ιδέες. Οι δημοσιογράφοι που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία πιστεύουν ότι, διά μέσου της εποπτείας, μπορεί να αρθρωθεί η ορθότερη δυνατή κριτική και να επιτευχθούν οι σημαντικότερες και αγαθότερες κοινωνικές αλλαγές, διότι η εποπτεία προϋποθέτει την εξυγίανση των συνειδήσεων αυτών οι οποίοι πρόκειται να ασκήσουν κριτική και να εργαστούν για την πραγματοποίηση κοινωνικών αλλαγών. Αυτήν τη θέση θα υποστηρίζω στο παρόν νοοπολιτικό σύγγραμμά μου.

Η απαθής εποπτεία του πληροφοριακού πεδίου είναι αρρήκτως συνδεδεμένη με την ελευθερία. Ορισμένες πρακτικές των ΜΜΕ μπορούν να προκαλέσουν διανοητική σύγχιση, ένα κλίμα φόβου και αβεβαιότητας και την υπερδιέγερση του θυμικού. Όμως, ανεξαρτήτως του πολιτεύματος της κοινωνίας μας, όντως ελεύθεροι είμαστε μόνο όταν επιτύχουμε διανοητική διαύγεια, όταν απελευθερωθούμε από τον φόβο και από το αίσθημα απωλείας του ελέγχου επί της ζωής μας και όταν έχουμε ψυχική ισορροπία.