Η Ναυτιλία μετά την Πανδημία

1361

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ CPT ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ , CEO ΤΗΣ ARCADIA SHIPMANAGEMENT ΣΤΟ 13Ο ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ MARITIME ECONOMIES ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ IMES.

Αξιότιμες κυρίες και κύριοι, Αγαπητοί συνάδελφοι, καλημέρα σας και καλή χρονιά,

Καθώς η πανδημία φαίνεται να έχει φτάσει σε κομβικό σημείο, ώστε να μας επιτρέπει να ατενίζουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία, τα ερωτήματα που εγείρονται για το μέλλον της ναυτιλίας στη μετά-COVID εποχή αρχίζουν να απασχολούν όλο και περισσότερο τη διεθνή ναυτιλιακή κοινότητα.

Οι άνευ προηγουμένου κυβερνητικές δαπάνες βοήθησαν να αποσοβηθεί μια σοβαρή οικονομική ύφεση σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο, αλλά το χρέος που “φορτώνονται” οι κυβερνήσεις, όπως η αμερικανική, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τα μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης θα μπορούσαν να “παγώσουν” την οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, προειδοποίησε η Παγκόσμια Τράπεζα.

Η προειδοποίησή της αντανακλά τις ανησυχίες που εκφράζουν αρκετοί εμπειρογνώμονες ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια νέα ύφεση.

Το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 4% το 2021, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, σηματοδοτώντας σχεδόν την πλήρη ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας μετά την ύφεση 4,3% που καταγράφηκε το 2020 καθώς η πανδημία του κορονοϊού εξώθησε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στη φτώχεια και σχεδόν “πάγωσε” την οικονομική δραστηριότητα.

Αδιαμφισβήτητα, τα σημάδια αυτής της κρίσης η οποία ταρακούνησε ολόκληρη την ανθρωπότητα, θα μείνουν ανεξίτηλα για αρκετό χρονικό διάστημα σε όλες τις οικονομίες, επιταχύνοντας τη μετάβαση σε μια διαφορετική εποχή. Οι προκλήσεις που είχαν ήδη εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια, αρχίζουν τώρα να παίζουν καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις για το μέλλον της ναυτιλιακής  βιομηχανίας, αλλάζοντας άρδην το τοπίο που για πολλά χρόνια παρέμενε σχετικά σταθερό.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις είναι πολλές, όμως, χωρίς αμφιβολία, οι σημαντικότερες είναι η απανθρακοποίηση (decarbonization) και η προσαρμογή στις απαιτήσεις που δημιουργεί η ψηφιοποίηση (digitalization).

Decarbonization

Η πρώτη πρόκληση (decarbonization), αναφέρεται στις σχέσεις της ναυτιλίας με το περιβάλλον και στην ανάγκη ανταπόκρισής της σε κοινωνικές προσδοκίες. Είναι προφανές πως το περιβάλλον θα πρέπει να βρίσκεται ψηλά στη λίστα των προτεραιοτήτων μας. Διανύουμε ήδη το σημείο καμπής όπου οφείλουμε να ενεργήσουμε άμεσα και στοχευμένα.

Οι άνθρωποι τις ναυτιλίας βέβαια γνωρίζουμε πως ενώ τα πλοία μεταφέρουν περίπου το 90% του διεθνούς εμπορίου, είναι υπεύθυνα για περίπου το 2,5% των παγκοσμίων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η ναυτιλία έχει δυστυχώς δεχθεί ένα τσουνάμι περιβαλλοντικών κανονισμών, επιβαλλόμενων κυρίως από κρατικούς φορείς, οι οποίοι συχνά δεν έχουν εμπλέξει ούτε τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό-ΙΜΟ, ούτε και άλλους υπεύθυνους ναυτιλιακούς φορείς που γνωρίζουν τη ναυτιλία.

Τα παραπάνω έχουν ήδη αυξήσει το λειτουργικό κόστος όσο και το κόστος κεφαλαίου ενός πλοίου, αφού ο πλοιοκτήτης καλείται να τοποθετήσει διάφορα – κατά καιρούς συστήματα – με υψηλό κόστος. Συνέπειά αυτού είναι, οι μικρές και μικρομεσαίες ναυτιλιακές εταιρίες να έχουν υποστεί σημαντικά οικονομικά πλήγματα.

Ο αναθεωρημένος στόχος της ΕΕ είναι η μείωση των εκπομπών άνθρακα κατά 50% έως το 2030, σε σύγκριση με τις εκπομπές του έτους 1990.

Πρόθεση της ΕΕ είναι η δημιουργία ενός πράσινου κουμπαρά, μέσω του συστήματος ETS (Σύστημα Εμπορίας Ρύπων), για τη χρηματοδότηση ανάπτυξης περιβαλλοντικά ουδέτερων πλοίων καθώς και περισσότερων προστατευμένων θαλασσίων ζωνών.

Ο εφοπλιστικός κόσμος έχει ήδη εναντιωθεί σε αυτή την προοπτική, εξηγώντας πως η εφαρμογή της θα είναι ανισοβαρής, εξοντώνοντας τις μικρές και μικρομεσαίες ναυτιλιακές μονάδες.

Το ETS θα στρεβλώσει την αγορά, με μέρος του μεταφορικού έργου να μεταφέρεται από τη θάλασσα στη ξηρά. Πριν ακόμη θεσπιστεί όμως, υποστηρίζουμε πως θα πρέπει η Ευρωπαϊκή επιτροπή να μελετήσει εμπεριστατωμένα τις συνέπειες αυτού, οι οποίες πρέπει να είναι σαφείς και ποσοστοποιημένες.

Θέλω εδώ να τονίσω πως θα πρέπει να υποστηριχθεί και ενδυναμωθεί ο ΙΜΟ, ώστε να είναι αυτός που θα θέτει τους κύριους κανόνες σε οποιαδήποτε προετοιμασία νέων κανονισμών, με τους κρατικούς φορείς να ακολουθούν. Να υπάρχει μία κοινή παγκόσμια ισχύς κανόνων στην ναυτιλία και όχι περιφερειακές.

Digitalization

Η δεύτερη πρόκληση (digitalization), δημιουργείται από την ανάγκη μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας, μέσω της υιοθέτησης των δυνατοτήτων που δίνουν οι νέες τεχνολογίες. Δημιουργεί όμως και μία «κεκρόπορτα», μία μη-εξουσιοδοτημένη ευκαιρία πρόσβασης σε αρχεία και συστήματα, με σκοπό το αποκόμιση λύτρων από τους εισβολείς ή την πρόκληση βλάβης και καθυστερήσεων, γεγονότα που κανείς μας δεν θέλει στον εργασιακό μας τομέα.

Ανάμεσα σε άλλους παράγοντες που παλιά απασχολούσαν σπάνια ή και καθόλου τη ναυτιλία, είναι οι ψηφιακές απειλές στον κυβερνοχώρο, η υποκλοπή δεδομένων και η τρομοκρατία γενικότερα. Το πεδίο των συγκρούσεων και του ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών έχει διαφοροποιηθεί και περιλαμβάνει ψευδείς ειδήσεις και κακόβουλες ενέργειες. Οι ναυτιλιακές εταιρείες καλούνται να συντάξουν σχέδια αντιμετώπισης τέτοιων απειλών, να καθορίσουν τα μέσα προστασίας καθώς και να επανεξετάσουν τη συνολική στρατηγική τους μέσα σ’ ένα ασταθές και ευμετάβλητο περιβάλλον.

Και οι δύο προκλήσεις, πάντως, απαιτούν από τις επιχειρήσεις σημαντικές επενδύσεις σε εξοπλισμό, συστήματα και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά, ταυτόχρονα απαιτούν και αλλαγή νοοτροπίας και αντιλήψεων, καθώς θα οδηγήσουν στην υιοθέτηση διαφορετικών προσεγγίσεων στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται διαχρονικά προβλήματα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Είναι δε προκλήσεις που για την επιτυχή ανταπόκριση σε αυτές, είναι απαραίτητη η δέσμευση της διοίκησης και όλων των εργαζομένων της επιχείρησης.

Ο COVID 19 είναι μια πανδημία πού έχει χτυπήσει αναπόφευκτα το διεθνές εμπόριο και  τη ναυτιλία. Οι εισαγωγές / εξαγωγές έχουν δεχθεί σοβαρό πλήγμα και έχουν μειωθεί σημαντικά.

Παρ’ όλα αυτά, η βελτίωση των καιρικών συνθηκών από την άνοιξη του 2021 στο βόρειο ημισφαίριο, μαζί με τους αναμενόμενους μαζικούς εμβολιασμούς, θα οδηγήσει στην μετά-COVID εποχή, ομαλοποιώντας σταδιακά το διεθνές περιβάλλον.

Η μείωση της ζήτησης για ορυκτά καύσιμα λόγω της πανδημίας, ήρθε να προστεθεί στην ήδη αναιμική κατανάλωση που επέβαλλαν οι διεθνείς κανονισμοί για καθαρότερες μορφές ενέργειας και λιγότερες εκπομπές ρύπων. Σύμφωνα με τις προβλέψεις διεθνών ναυτιλιακών οίκων, η αγορά δεξαμενοπλοίων δεν πρόκειται να ανακάμψει σύντομα και η ανάκαμψη αυτή δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει προηγούμενα επίπεδα ναύλων που επέτρεπαν και την υψηλή κερδοφορία και τη σταθερή απόσβεση της επένδυσης.

Οι όποιες αυξήσεις παρατηρήθηκαν, ήταν πρόσκαιρες και εδράζονταν πρωτίστως στο λεγόμενο «στοκάρισμα» πετρελαίου. Όπως προαναφέρθηκε όμως, από την ερχόμενη άνοιξη / καλοκαίρι του 2021 αναμένονται οι ναυλαγορές να κινηθούν ανοδικά και έτσι να μπορούμε να μιλάμε για μια καλύτερη της προ COVID 19 περιόδου.

Για παράδειγμα η Κίνα, σύμφωνα με το Bloomberg, έχει σχεδιάσει από το 2021 να προχωρήσει σε αυξήσεις μαμούθ στα αποθέματα πετρελαίου, μεταλλευμάτων και γεωργικών εμπορευμάτων. Η κινεζική κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο να θωρακίσει την κινεζική οικονομία από τις όποιες επερχόμενες στρεβλώσεις θα μπορούσαν να δημιουργηθούν στην παγκόσμια οικονομία για οποιονδήποτε λόγο.

Η αγορά των πλοίων χύδην φορτίων, παρότι δείχνει μια προσωρινή ανάκαμψη, έχει να αντιμετωπίσει παρόμοιες αντιξοότητες όπως η απανθρακοποίηση και η μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου κατά 50% ως το 2030, όπως αυτή επιβάλεται από τη συνθήκη των Παρισίων. Επιπλέον, οι επιμέρους εμπορικές συγκρούσεις όπως αυτή μεταξύ Κίνας και Αυστραλίας, μπορεί αναπάντεχα να παγώσουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα τις μεταφορές σε κλασσικούς εμπορικούς δρόμους. Καλύτερη είναι η εικόνα για τα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου αερίου και εμπορευματοκιβωτίων, καθώς η ζήτηση για φυσικό αέριο και μοναδοποιημένα φορτία αντίστοιχα, παραμένει ανοδική.

Αυτό που θα επηρεάσει καθοριστικά την πορεία της ναυτιλίας θα είναι η στάση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στη διαχείριση του τεράστιου χρέους που έχει συσσωρευτεί κατά το διάστημα αυτής της πανδημίας. Η ζήτηση για ακριβότερα καύσιμα, η αύξηση των λειτουργικών εξόδων και οι μετατροπές των πλοίων με scrubbers και συστημάτων Ballast Water Treatment (BWTS), αυξάνει συνεχώς το κόστος διαχείρισης σε μια δύσκολη συγκυρία, με αποτέλεσμα οι εφοπλιστές να ζητάνε την αναδιάρθρωση των δανείων τους και την αναστολή πληρωμής δόσεων για καθορισμένο διάστημα. Η στάση αυτή θα είναι καθοριστική για τη βιωσιμότητα πολλών εταιρειών καθώς και για το μέγεθος του κλάδου.

Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που ανέδειξε η πανδημία είναι οι περιορισμοί στη μετακίνηση των ανθρώπων και η δυσχερής διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού σε περιόδους κρίσεων. Η έξαρση της πανδημίας σε συνδυασμό με τους ολοένα και περισσότερους περιορισμούς που επιβάλλονται, δημιουργούν πρωτοφανείς συνθήκες μέσα στις οποίες καλείται να δραστηριοποιηθεί μία ναυτιλιακή εταιρεία, κάνοντας πολλούς πλοιοκτήτες να δηλώνουν ότι πλέον ταξιδεύουν σε αχαρτογράφητα νερά.

Η ναυτιλία, αν και αποδείχτηκε καλύτερα προετοιμασμένη στην αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών, βρέθηκε στη δίνη των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων τις οποίες επομίστηκαν οι ναυτικοί με τεράστιο ψυχολογικό κόστος. Η ναυτική βιομηχανία, στηρίχτηκε στις αντοχές των πληρωμάτων της για τη συνέχιση του προσφερόμενου έργου της.

Όμως, αντί για επιβράβευση, αυτό που εισπράττουν οι ναυτικοί είναι εγκλωβισμός στα πλοία, για διαστήματα που σίγουρα υπερβαίνουν το ελάχιστο που ορίζεται από τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, υπερβαίνουν και τους 15 μήνες. Ναυλωτές, κυβερνήσεις και διακυβερνητικοί οργανισμοί δεν συνειδητοποιούν ή παραβλέπουν τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει αυτή η αντιμετώπιση των πληρωμάτων, τόσο βραχυχρόνια για θέματα που συνδέονται με την υγεία των ναυτικών και την ασφάλεια των πλοίων, όσο και μακροχρόνια σε σχέση με την ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος στις νέες γενιές.

Αυτό το θέμα με τα πληρώματα, ίσως κάνει τις προσπάθειες για το αυτόνομο πλοίο να τρέξουν με γρηγορότερους ρυθμούς.

Η ναυτιλιακή κοινότητα καλείται άμεσα να επισπεύσει τις αντιδράσεις της, πριν αυτές αποδειχτούν εντελώς μάταιες. Η παρούσα κρίση μπορεί να αποδειχτεί μια λαμπρή ευκαιρία για τη ναυτιλία, ώστε να ολοκληρώσει όλες εκείνες τις ενέργειες που είχαν αρχίσει να υλοποιούνται αλλά δεν αποτελούσαν πραγματική προτεραιότητα.

Η επένδυση μεγάλων κεφαλαίων στην έρευνα και την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών που θα μας αποδεσμεύσουν από τα ρυπογόνα καύσιμα είναι επιτακτική. Οι λύσεις του υδρογόνου, των μπαταριών ή  της αμμωνίας στην παραγωγή ενέργειας, πρέπει να εξεταστούν με βάση τη βιωσιμότητα που προσφέρουν και την ταχύτητα αποδέσμευσης από τις μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι όντως, η ναυτιλία έχει μέλλον, αλλά βραχυπρόθεσμα θα είναι δύσκολο να διασφαλιστεί μια αξιοπρεπής απόδοση κεφαλαίου και, ακόμη και μακροπρόθεσμα, μετά την πανδημία του COVID-19, οι γενναιόδωρες πληρωμές θα είναι σπάνιες και δύσκολο να διατηρηθούν ακόμη και όταν ο κόσμος θα επιστρέψει σε μια νέα «κανονικότητα».

Ολοκληρώνοντας, επιθυμώ να ευχαριστήσω για την φιλοξενία τον κ. Διονύση Πολίτη της Maritime Economies καθώς και τον κ. Χουλίάρα Θεόδωρο του Ινστιτούτου Ναυτιλιακής και οικονομικής στρατηγικής για την οργάνωση ενός ακόμη εξαιρετικού συνεδρίου και εύχομαι καλή συνέχεια στις σημερινές εργασίες σας.

Σας Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.